Πριν από λίγες ημέρες βρεθήκαμε στην παρουσίαση του ντεμπούτου δίσκου των Little Black Something, με τίτλο “A Love Letter to Mistaken”. Αυτή η συνάντηση, λοιπόν, έγινε η αιτία που θέλαμε να μάθουμε περισσότερα για αυτούς τους ταλαντούχους μουσικούς κι έτσι μπήκαμε στον δικό τους κόσμο. Ο Alex, ο Τάσος, ο David, ο Φώτης, ο Σταύρος κι ο Γιώργος είναι μία παρέα που έκαναν το όνειρό τους πραγματικότητα. Καθοδηγούμενοι από το συναίσθημά τους και βάζοντας το ταλέντο τους δημιούργησαν τραγούδια, από τα οποία σίγουρα θα προσθέσεις κάποιο στις playlists σου.
Ποια είναι η ιστορία, λοιπόν, πίσω από το όνομα του συγκροτήματος; Πως δημιουργήθηκε το πρώτο τους album; Η παρουσίαση του δίσκου κέντρισε το ενδιαφέρον όλων μας κι ο Φώτης, ο Σταύρος κι ο Τάσος μοιράστηκαν μαζί μας τα βαθιά τους συναισθήματα σχετικά με αυτή. Ο Alex από τη δική του πλευρά μάς είπε για τη συγκινητική αντίδραση μίας από τις πρώτες τους θαυμάστριες και φίλες.
Με έναν δίσκο, λοιπόν, που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως “συναισθηματικό καταρράκτη”, οι Little Black Something θα κάνουν το πρώτο τους live για το 2024 και θα έχουμε την ευκαιρία να μπούμε στον μουσικό τους κόσμο.
Διαβάστε τη συνέντευξη που έδωσαν στο SounDarts.gr εδώ.
Πώς θα συστήνατε αυτό το συγκρότημα στο κοινό;
Alex: Είναι μια ομάδα ανθρώπων που συναντήθηκαν τυχαία, χάρη σε καλές ή κακές συνθήκες. Αυτό κατέληξε να είναι πολύ πιο ισχυρό από το αναμενόμενο για το τόσο σύντομο χρονικό διάστημα της γνωριμίας μας, επειδή όλα ξεκίνησαν το 2019. Είμαστε μόνο κάποιοι τύποι που «σκαλίζουμε» ο ένας τη μουσική του άλλου και μαζευτήκαμε να παίξουμε μουσική. Αν μπείτε στο κανάλι μας στο YouTube και δείτε το video του “Reckless Game” και του “Out Of My Life”, από την πρώτη μας συναυλία, τότε θα καταλάβετε ότι αυτό είναι σαν μια μπάντα που μετρά μια δεκαετία. Αυτό για το οποίο είμαι πιο περήφανος και γουστάρω πολύ είναι ότι η χημεία μας είναι τρελή! Στην τελική, θέλουμε απλώς να παίζουμε μουσική και να κάνουμε τον κόσμο να χορεύει ή να κλαίει με αυτά που δημιουργούμε.
Καθένας από εσάς έχει το δικό του μουσικό υπόβαθρο. Πώς καταλήξατε μαζί;
Alex: Στην πραγματικότητα, ο Σταύρος, ο Φώτης, ο Γιώργος και εγώ, είμαστε φίλοι από παλιά. Μετά έγραψα μουσική την οποία μοιράστηκα αρχικά με τον Φώτη και εκείνος έπαιξε κιθάρα σε κάποια τραγούδια. Μετά έκανα το ίδιο με τον Γιώργο, τον keyboardist μας, που ήταν τότε στην Ουτρέχτη της Ολλανδίας και έπαιξε κι αυτός. Μέχρι τότε δεν υπήρχε συγκρότημα. Απλώς του άρεσαν τα τραγούδια, και μετά είπε: «Ε, ας κάνουμε κάτι μαζί». Μετά ο Φώτης είπε, «ρε, ξέρω τον Σταύρο. Θυμάσαι τον Σταύρο;», είπα, «ναι, βέβαια!, θα πρέπει να του ζητήσουμε να έρθει μαζί μας». Χρειαζόμασταν όμως ακόμα έναν ντράμερ και έναν μπασίστα. Για κάποιο λόγο, αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι για εμάς γιατί κανείς δεν ήταν διαθέσιμος ή πραγματικά αφοσιωμένος σε αυτό. Άρχισα να κάνω scroll στο Instagram, ψάχνοντας για ντράμερ και μουσικούς σε αυτό το στυλ. Τότε έπεσα πάνω στον David και τον είδα να παίζει. Είπα «ω, Θεέ μου, είναι τέλειος!». Παρατήρησα επίσης ότι είναι από τη Φρανκφούρτη, που είναι η πόλη στην οποία γεννήθηκα και είπα, “εντάξει, αυτό είναι κάρμα!” Έτσι του έστειλα μήνυμα και μου απάντησε μετά από δύο εβδομάδες. Του έβαλα να ακούσει τυχαία μερικά από τα δικά μας τραγούδια και δέχτηκε να μπει (στο γκρουπ) αμέσως. Τέλος, βρήκαμε και τον Τάσο στο Instagram και ήταν και αυτός μέσα. Όλοι δούλευαν πάνω στα τραγούδια. Μετά ο David πέταξε από τη Γερμανία και συναντηθήκαμε γύρω στις 16 Νοεμβρίου για πρώτη φορά. Κάναμε την πρώτη μας συναυλία, στις 28 Νοεμβρίου. Εκεί φαινόμασταν σαν να μια μπάντα που μετρά μια δεκαετία ζωής. Απλώς υπήρξε χημεία εξ αρχής.
Τι σημαίνει «Little Black Something» (κάτι μικρό και μαύρο); Ποια είναι η ιστορία πίσω από το όνομα του συγκροτήματος;
Alex: Για να είμαι ειλικρινής μαζί σου, είδα μια ανάρτηση που έγραφε κάτι για ένα «μικρό μαύρο φόρεμα». Μου άρεσε ο ήχος του και μου φάνηκε κάπως ωραίο σαν όνομα. Μου άρεσε το μέρος “μικρό μαύρο”. Ήταν λίγο kinky, αλλά πολύ kinky για όνομα μιας μπάντας. Σκέφτηκα, γιατί να μην αλλάξω τη λέξη «φόρεμα» με τη λέξη «κάτι» ώστε ο καθένας να μπορεί να σκεφτεί τη δική του εκδοχή; Είναι ένα «μικρό, μαύρο κάτι», που δεν σημαίνει τίποτα, αλλά θα μπορούσε να σημαίνει πολλά για τον καθένα ξεχωριστά, αν καταλαβαίνεις πώς το εννοώ. Έτσι, ένα «μικρό, μαύρο κάτι» για μένα θα μπορούσε να είναι κάτι σαν μια κακή ανάμνηση ή μια καλή ανάμνηση και για οποιονδήποτε άλλον κάτι εντελώς διαφορετικό. Δεν μπορείς πραγματικά να το ορίσεις. Αυτός είναι ο λόγος που το λογότυπό μας δεν είναι επίσης κάτι συγκεκριμένο. Γιατί είναι απλώς ένα «μικρό μαύρο κάτι». Είναι κάτι διαφορετικό για τον καθένα.
Τάσος: Δεν υπάρχει κανένα κρυφό νόημα. Είναι ανοιχτό σε ερμηνείες. Είναι κάτι διαφορετικό για όλους.
Φώτης: Συνδέεται με τον δίσκο. Οπότε, ναι, ο καθένας μπορεί να το μεταφράσει σε ό,τι θέλει.
Πρόσφατα παρακολουθήσαμε και απολαύσαμε την παρουσίαση του πρώτου σας album, με τίτλο “A Love Letter To Mistaken” στα Manos Backline Studios. Θέλετε να μας μιλήσετε για τα συναισθήματά σας για αυτή τη βραδιά;
Φώτης: Τουλάχιστον για μένα, μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν υπέροχο. Από το 2019, όταν κάναμε το πρώτο μας live, ξεκίνησε μια περίεργη περίοδος όταν έπρεπε να περάσουμε την πανδημία. Τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχαμε σχεδιάσει και πολλά άλλαξαν. Απλώς προσπαθούσαμε να κρατήσουμε την ενέργεια ψηλά και να συνεχίσουμε να κάνουμε μουσική. Ως εκ τούτου, για μένα τουλάχιστον, αυτή η νύχτα έμοιαζε πολύ ωραία. Για να είμαι ειλικρινής, είχα αυτό το συναίσθημα «επιτέλους το καταφέραμε». Θέλω να πω, έχουμε ένα album και κυκλοφόρησε. Μπορείτε να το ακούσετε. Αυτό ήρθε μετά από πολλούς αγώνες από την πλευρά μας, προσπαθώντας να καταλάβουμε ποιο είναι το καλύτερο για το album, τις καλύτερες ηχογραφήσεις, τις καλύτερες ιδέες για να προσπαθήσουμε να κάνουμε τα τραγούδια ακόμα καλύτερα από ό,τι ήταν το 2019. Ένιωσα επίσης μεγάλη ανακούφιση! Σκεφτόμουν «Επιτέλους βγήκε! Τα καταφέραμε»!
Σταύρος: Επιτέλους κυκλοφόρησε! Μπορεί να βάλαμε τα καλά μας, να φτιάξαμε τα μαλλιά μας αλλά το σημαντικότερο είναι ότι το album κυκλοφόρησε. Για να είμαι ειλικρινής, ακόμα κι αν ήμασταν μόνο εμείς με τον φωτογράφο, και πάλι το σημαντικότερο θα ήταν πως το album βγήκε. Όλα τα τριγύρω είναι τα «ορεκτικά» για να σου ανοίξουν την όρεξη πριν το «κυρίως πιάτο». Είχα το album στα χέρια μου και σκεφτόμουν «είμαι κι εγώ εδώ μέσα!». Όταν ήμουν πιτσιρικάς έπαιρνα στα χέρια μου το δίσκο “Master of Puppets” των Metallica, το γύρναγα πίσω και καθόμουν κι έβλεπα τις φωτογραφίες από τα lives τους και πάντα σκεφτόμουν «Θέλω να μου συμβεί κι εμένα αυτό!». Έτσι λοιπόν, πήρα στα χέρια μου ένα cd, με τη μουσική που γουστάρω, το άνοιξα, το ξεφύλλισα και βλέπω πως είμαι κι εγώ μέσα σε αυτό! Το καλύτερο είναι πως δεν είμαι μόνος μου σε αυτό το album, είναι μέσα και η ομάδα που γουστάρουμε!
Μερικές φορές βλέπω αυτή την παρέα σαν μια οικογένεια χωρίς εγωισμούς. Όλοι μας είμαστε πάνω από 30. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε κάνει έναν κύκλο στη ζωή μας κάνοντας βλακείες και εγωισμούς. Αυτό το «εγώ» έχει να κάνει πολύ με τη μουσική. Παίζαμε μουσική για την ψυχή μας και κάπως έτσι εξωτερικευόταν κι ο εγωισμός μας μερικές φορές. Εκείνο το βράδυ, ήμουν τόσο χαρούμενος γιατί έβλεπα τους έξι μας να παίζουμε σαν μια γροθιά, χωρίς «εγώ». Κανείς δεν είναι πρώτος, κανένας δεύτερος. Όλοι είναι ίσοι. Ο Alex τραγουδάει, είναι ο frontman, αλλά καταφέραμε να εδραιώσουμε την ισότητα μεταξύ μας. Αυτό είναι όμορφο. Αυτή είναι μια ομάδα που ο καθένας έχει μια συγκεκριμένη δουλειά να κάνει. Όλοι κάνουμε τη δουλειά μας με ένα πλατύ χαμόγελο και στο τέλος ο καθένας από εμάς μπορεί να εκφράσει εξίσου τη γνώμη του για το τι είναι κατάλληλο για την ομάδα.
Τάσος: Πάνω κάτω, είναι το ίδιο για όλους μας. Είμαι κάπου ανάμεσα σε αυτά που είπαν ο Σταύρος κι ο Φώτης. Υπάρχουν κάποια προσωπικά πράγματα που βγήκαν εκείνο το βράδυ και μετά το όλο θέμα ήταν για εμάς. Για εμένα, το κυριότερο ήταν ότι μετά από πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς και πολλής σκέψης για όλη αυτή τη διαδικασία, καταφέραμε να βγάλουμε τη μουσική μας εκεί έξω. Μπορούσαμε πραγματικά να δούμε πώς θα αντιδρούσαν οι άνθρωποι σε αυτό. Ήταν μόνο μια φορά για εμάς, να δούμε πώς θα ανταποκρινόταν ο κόσμος στη μουσική μας, για να δούμε τι θα αντιμετωπίσουμε αργότερα όταν βρισκόμαστε στη σκηνή, για παράδειγμα. Αυτή τη φορά ήταν λίγο διαφορετικά. Απλώς δώσαμε τον δίσκο στο κοινό για να τον ακούσουν όλοι και αυτό το κλίμα ήταν λίγο διαφορετικό. Αλλά όπως σας είπα, για μένα, το κύριο πράγμα είναι ότι τελικά είναι εκεί έξω. Έχει περάσει πολύς καιρός και είναι εκεί έξω. Στην πραγματικότητα πρέπει να το μοιραστούμε με κάποιους ανθρώπους.
Πράγματι ήταν μια πολύ ιδιαίτερη και συγκινητική βραδιά! Όλοι μπορούσαμε να νιώσουμε τον ενθουσιασμό σας και να ακούσουμε ένα album που ήταν κάτι παραπάνω από συναρπαστικό. Παρατηρήσατε την αντίδραση του κοινού σε αυτό;
Alex: Σαφώς το πιο σημαντικό είναι πως το album κυκλοφόρησε. Θυμάμαι πως στεκόμασταν στη γωνία και οι έξι, και ακούγοντας το album μαζί με τον κόσμο θυμόμασταν πράγματα που έγιναν στο studio, γελάγαμε με πράγματα που βλέπαμε στα videos, συγκινηθήκαμε, αγκαλιαστήκαμε, χορέψαμε, φωνάξαμε… Ωστόσο, εκείνο το βράδυ έγινε και κάτι άλλο. Δίπλα υπήρχαν άνθρωποι αρκετούς από τους οποίους δεν είχαμε ξαναδεί στη ζωή μας. Άνθρωποι της δουλειάς, όπως δημοσιογράφοι, αλλά και μουσικόφιλοι που ήρθαν απλά να γνωρίσουν ή να στηρίξουν αυτό το εγχείρημα. Από την άλλη έβλεπα φίλους και συγγενείς! Διαπίστωσα, λοιπόν, πως όλοι είχαν το ίδιο χαμόγελο, τόσο αυτοί που γνωρίζουμε όσο κι εκείνοι που δεν γνωρίζουμε. Αυτό ήταν ένα φοβερό συναίσθημα! Έβλεπα ανθρώπους που είχαν δακρύσει, άλλοι γελούσαν, άλλοι κουνιόντουσαν με το ρυθμό και σκεφτόμουν «wow! Κάτι πήγε καλά εδώ!». Δεν ήταν λοιπόν μόνο η προσωπική μας ευχαρίστηση που επιτέλους κυκλοφορήσαμε ένα δίσκο πάνω στον οποίο είχαμε δουλέψει τόσο πολύ, αλλά βλέποντας αυτή την ανταπόκριση στον κόσμο πραγματικά ήταν συγκινητικό!
Ήταν εκεί μια κοπέλα, η οποία ήταν μαζί μας και παρακολουθούσε τη δημιουργία του album από τις πρώτες πρόβες! Μετά την ακρόαση, ήρθε με πήρε αγκαλιά και ήταν δακρυσμένη! Τη ρώτησα «τι έπαθες;» και μου απάντησε «ήμουν από την αρχή εκεί και τώρα το βλέπω να γεννιέται και να ζωντανεύει». Όπως καταλαβαίνεις με έπιασε κι εμένα ένα κλάμα τρελό! Εν ολίγοις αυτή η βραδιά, έδωσε την αίσθηση της ολοκλήρωσης, πόσο μάλλον όταν είδαμε ανθρώπους από εταιρείες και ΜΜΕ όπως εσύ και άλλους δικούς μας να είναι εκεί καθαρά για καλλιτεχνικούς λόγους!
Ακούγοντας τον δίσκο, διαπιστώσαμε ότι είναι ένας «συναισθηματικός καταρράκτης». Ποιο ήταν το κίνητρό σας για να εξωτερικεύσετε αυτά τα έντονα συναισθήματα μέσα από τα τραγούδια σας;
Alex: Με τα χρόνια είχα γράψει τη μουσική σε πολλά από τα τραγούδια, αλλά ήταν απλά κιθαριστικά riffs, τα περισσότερα από αυτά χωρίς στίχους. Υπήρχε μια περίοδος που πέρασα σκατά -δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το πω αυτό- και μετά έγραψα το “Closure”, που είναι το τελευταίο τραγούδι, γιατί αισθανόμουν να πνίγομαι κυριολεκτικά. Όταν άκουσα αυτό το τραγούδι, μου έβγαλε τόσο πολύ πόνο και τόσα πολλά άσχημα πράγματα που απλά «ξεπλύθηκαν». Σκέφτηκα «ένα λεπτό, αυτός είναι ο τρόπος για να ξεφύγεις». Έτσι συνέχισα να γράφω και να διηγούμαι την ιστορία. Κατέληξα να χρησιμοποιώ τραγούδια από τότε και τα έβαλα σε μια σειρά. Έτσι, αν πάρετε αυτό το album, το πρώτο τραγούδι είναι η αρχή μιας ιστορίας και το τελευταίο τραγούδι είναι το τέλος της ιστορίας. Είναι ξεκάθαρο ότι το album είναι μια ολοκληρωμένη ιστορία και έτσι τα τραγούδια πρέπει να είναι με αυτή τη σειρά. Λέγοντας αυτήν την ιστορία, όχι απλώς λέγοντάς την στους φίλους μου, αλλά μέσω της μουσικής, έγινε η διαδικασία της θεραπείας μου. Τελικά, όταν είχα το τελικό αποτέλεσμα, ένιωσα το πραγματικό κλείσιμο.
Σταύρος: Φυσικά είναι ο εσωτερικός κόσμος του Alex, αλλά το καλό με τη μουσική είναι ότι όλοι μπορούν να συνδεθούν με αυτή. Δεν μπορώ να σχετιστώ 100% με τα τραγούδια γιατί δεν είναι εμπνευσμένα από εμπειρίες της ζωής μου, αλλά μπορώ να εντοπίσω τα πράγματα που θα μπορούσαν να με κάνουν να πω: «Εντάξει, ναι, μπορώ να το καταλάβω αυτό. Είχα μια άλλη τέτοια εμπειρία». Για παράδειγμα, το αγαπημένο μου τραγούδι στιχουργικά από το album είναι το “Bleed”, το δεύτερο κατά σειρά. Είναι εντελώς επαναστατικό. Είναι ένα τραγούδι που προτρέπει τους ακροατές να βγουν από τις ζώνες άνεσής τους και να αναζητήσουν τον εσωτερικό τους εαυτό. Ίσως κάποιος θα ερμήνευε αυτούς τους στίχους σε σχέση με τον/την αγαπημένο/-η του/της, αλλά αν θέλουμε να το επεκτείνουμε και να το δούμε μέσα από μια ευρύτερη εικόνα, είναι σαν να απευθυνόμαστε σε όλους, να τους παροτρύνουμε να βγουν από τη ζώνη άνεσής τους. «Κάντε το για τα παιδιά σας, όχι για τους νταβατζήδες σας». Κατά κάποιον τρόπο, βρίσκω πράγματα που ανταποκρίνονται και στη δική μου ψυχή.
Στις 3 Μαρτίου, θα κάνετε την πρώτη ζωντανή παρουσίαση του album. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτό;
Τάσος: Πρώτα από όλα θα κάνουμε μια συναυλία μετά από πέντε χρόνια. Αν το σκεφτείς, στην πραγματικότητα αυτή είναι η δεύτερη φορά που παρουσιάζουμε τον δίσκο. Ας πούμε ότι έχουμε ήδη κάποια εμπειρία σε αυτό. Αυτά τα πέντε χρόνια είχαμε τον χρόνο να «γυαλίσουμε» τα τραγούδια. Πιστεύω ότι ακόμα κι αν δεν είχαμε την ευκαιρία να παίξουμε τόσο πολύ μαζί εκείνο το διάστημα, επειδή δεν μπορούσαμε να συναντηθούμε στο στούντιο τόσο πολύ, ο καθένας μπορούσε να κάνει πρόβες στο σπίτι ή στον δικό του εργασιακό χώρο. Ακόμα κι έτσι, πιστεύω ότι η χημεία που έλεγε ο Alex θα είναι για άλλη μια φορά στο προσκήνιο. Θα κάνουμε μια πολύ έντονη εμφάνιση συναισθηματικά όσον αφορά την ενέργεια και την απόδοση. Προσωπικά, ανυπομονώ για αυτή την συναυλία εδώ και πολύ καιρό. Πιστεύω ότι είναι ακριβώς το ίδιο για όλους μας, αφού δουλέψαμε τόσο πολύ σε αυτό το album και έπρεπε να περιμένουμε τόσο πολύ. Πιστεύω ότι είναι μια ωφέλιμη κατάσταση για όλους. Θα είναι φοβερό!
Σταύρος: Όταν άρχισα να συνειδητοποιώ ότι θα κάνουμε μια συναυλία, ήταν σαν να με κυρίευσε μια τεράστια ενέργεια. Σε αυτή την ενέργεια υπάρχει και φόβος. Θα κάνουμε μια συναυλία σε έναν χώρο. Δεν είναι σαν τον συνηθισμένο ελληνικό τρόπο διασκέδασης που πας, παίζεις και όλοι κάθονται στις καρέκλες τους, πίνουν το ουίσκι τους και μιλάνε. Ο κόσμος θα έρθει να δει μια συναυλία. Ελπίζω ότι ο κόσμος που πρόκειται να την παρακολουθήσει, θα έχει μάθει κάποιους στίχους. Όπως το ρεφρέν του «Reckless Game», γιατί είναι ένα ρεφρέν για να το πει κανείς με κοινό. Όταν κάνω πρόβες στα τραγούδια στο χώρο μου, το μόνο που σκέφτομαι είναι τη στιγμή που θα ακουστούν τα ντραμς του “Prisoner” και ονειρεύομαι τον κόσμο να χοροπηδάει στο ρυθμό του. Όλοι το έχουμε σκεφτεί αυτό, πιστέψτε με. Αν πράγματι συμβεί αυτό, πιστεύω ότι θα χρειαστεί να γυρίσω την πλάτη μου στο κοινό και ίσως δακρύσω. Εξακολουθώ να έχω αυτό το συναίσθημα και πιστεύω ότι σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας θα είμαι εντελώς συναισθηματικός, αλλά θα προσπαθήσω να το κρύψω.
Ποιο τραγούδι είναι το αγαπημένο για τον καθένα από εσάς από αυτό το album;
David: Λοιπόν, νομίζω ότι το “Out Of My Life” εξακολουθεί να είναι ένα από τα αγαπημένα μου, αν όχι το αγαπημένο μου από το album, μόνο και μόνο λόγω της ενέργειας και του ρυθμού του. Απλώς νομίζω ότι σκίζει, ειδικά ζωντανά. Πιστεύω ότι θα είναι φοβερό.
Τάσος: Είμαι κι εγώ γκρούπι του “Out Of My Life”, αλλά μου αρέσει να παίζω και το “All I Wanted”. Μου αρέσει πολύ κι αυτό το τραγούδι.
Φώτης: Πιστεύω πως δικά μου αγαπημένα είναι το “Out Of My Life”, το “Bleed” και το “Joanna”. Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που δένει η εισαγωγή, το πιάνο και η φωνή στο “Joanna”. Εκτός από το σόλο μου στην κιθάρα -προφανώς μιας και είμαι κιθαρίστας- απλά λατρεύω την αρχή αυτού του τραγουδιού. Την πρώτη φορά που το άκουσα, ένιωσα πως είναι πολύ απλό και έχει πολλές ερμηνείες μέσα του. Μερικές φορές είμαι progressive, σχεδόν funk κιθαρίστας, για να είμαι ειλικρινής και μου αρέσουν τα περίπλοκα πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου αρέσουν τα πολύ απλά πράγματα που μερικές φορές πραγματικά ξεχωρίζουν.
Ποιο είναι το μότο σου στη ζωή;
Συνέντευξη: Θοδωρής Κολλιόπουλος