skip to Main Content

Δεν είναι ένας μουσικός που μπορείς εύκολα να τον κατηγοριοποιήσεις! Blues, funk, americana, alternative, oriental, folk… όλα αυτά -και πολλά άλλα- μαζί θα μπορούσαν να περιγράψουν τις δημιουργίες του. Για εμάς ο Christian Ronig είναι απλά ένας Γερμανός τραγουδιστής και τραγουδοποιός που μεταδίδει την ελληνική παραδοσιακή μουσική σε ένα μεγαλύτερο, διεθνές κοινό μιας και έχει καταφέρει να βρει ένα δικό του, μοναδικό στυλ το οποίο απλά θα το χωρούσε! 

Δεν έχει αξία να του βάλεις κάποια ταμπέλα… όπως λέει και ο ίδιος για αυτόν είναι απλά μουσική! ΄Τελικά ο Christian Ronig να είναι ένας Γερμανός ρεμπέτης που δεν γνωρίζει από καλούπια και πεπατημένες! Μετά το album του “Greece is Mine”, ήρθε η ώρα να μας αποκαλύψει με τι παρέμεινε απασχολημένος κατά τη διάρκεια του lockdown κι αν αναρωτιέστε για το αν η νέα του μουσική έχει να κάνει και πάλι με το ελληνικό στοιχείο η απάντηση είναι “ναι!”.  

Το επόμενο album του με τίτλο “Heavy Seas at the Cape of Good Hope”, είναι έτοιμο να κυκλοφορήσει σύντομα και εμείς ανυπομονούμε να μάθουμε όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες! Τι εκπλήξεις μας επιφυλάσσει σε αυτή τη δισκογραφική δουλειά; Tι είναι αυτό που την καθιστά μοναδική στη δική του αντίληψη και τι να περιμένουμε από τον ίδιο στο εγγύς μέλλον; 

Διαβάστε όλα όσα θέλετε να ξέρετε για τον Christian Ronig και το ολοκαίνουριο album του στην συνέντευξη που παραχώρησε αποκλειστικά στο SounDarts.gr! 

Γεια σου Christian και καλώς ήρθες στο SoundDarts.gr! Καταρχήν μιλάς καθόλου ελληνικά;

(στα ελληνικά) Μιλάω λίγο ναι και καταλαβαίνω αλλά όταν μιλάμε για περίπλοκα πράγματα, είναι δύσκολο! Η μουσική είναι πολύ περίπλοκη γι’αυτό θα ήμουν ευγνώμον αν συνεχίζαμε αυτή τη συνέντευξη στα αγγλικά.

Περνάς πολύ χρόνο εδώ στην Αθήνα σωστά;

Έζησα τέσσερα χρόνια, πήγαινε-έλα, στην Αθήνα!

Νιώθεις λοιπόν καθόλου Έλληνας μέχρι τώρα;

Δεν ξέρω! Μάλλον πρέπει να ρωτήσεις την οικογένειά μου ή τους φίλους μου εδώ! Εδώ στη Γερμανία ήμουν ο περίεργος πολλές φορές και δεν ήξερα γιατί! Το καλό πράγμα όταν είμαι στην Ελλάδα είναι ότι ξέρεις γιατί είσαι ο περίεργος επειδή είσαι από άλλη χώρα, μιλάς άλλη γλώσσα, ο πολιτισμός σου είναι λίγο διαφορετικός και έχεις διαφορετικούς τρόπους να βλέπεις τα πράγματα. Είναι καλό να είσαι ο περίεργος και να το ξέρεις αυτό!

Σε παλαιότερη συνέντευξή σου, έχεις αναφέρει ότι για το μη ελληνικό κοινό είναι δύσκολο να εκτιμήσει τη μουσική μας λόγω του συνδυασμού ανατολίτικων ρυθμών, κλιμάκων και οργάνων. Πώς προσπάθησες να το αλλάξεις αυτό και να το φέρεις πιο κοντά σε ένα ευρύτερο κοινό;

Είναι ο ρυθμός, είναι οι κλίμακες, είναι οι αρμονίες, επίσης η γλώσσα και τα όργανα και όλα αυτά μαζί νομίζω ότι δυσκολεύουν λίγο το μη ελληνικό κοινό να το καταλάβει, εκτός κι αν έχει πάει στην Ελλάδα και το έχει βιώσει! Νομίζω ότι αυτό είναι διαφορετικό πράγμα! Αφού έκανα τη μετάφραση, προσπάθησα να βρω ένα μουσικό είδος όπου θα ταίριαζε. Με το νέο album βασίστηκα ακόμη περισσότερο στον Παρασκευά (Κίτσο), τον μπασίστα που έκανε και τις διασκευές. Πάντα κάνω ξεκάθαρα demos, με καθαρή φιλοσοφία και τα δίνω στον Παρασκευά. Κατάλαβε τι προσπαθούσα να πω, αλλά το πήγε παραπέρα. Επομένως, δεν είμαι μόνο εγώ, αλλά όλοι που συμμετέχουν σε αυτό. Είναι μια προσπάθεια εύρεσης ενός είδους, μιας ατμόσφαιρας ή μιας διάθεσης που να ταιριάζει στα τραγούδια.

Κυκλοφόρησες το «Greece is Mine» το 2017. Πέντε χρόνια αργότερα επιστρέφεις με ένα άλλο album που εξακολουθεί να σχετίζεται πολύ με την ελληνική μουσική. Mπορείς να εντοπίσεις διαφορές μεταξύ αυτών των δύο albums;

Αυτή τη φορά είναι λίγο διαφορετικά! Θα υπάρξουν δύο albums. Ο πρώτος δίσκος θα αποτελείται απλώς από διασκευές ελληνικών τραγουδιών και ο δεύτερος από πρωτότυπα τραγούδια που έγραψα και συνέθεσα, για τα οποία πήρα στοιχεία ελληνικής μουσικής. Ίσως ακούγονται πολύ πιο ελληνικά από τις διασκευές γιατί έχουν περισσότερα όργανα, περισσότερες ατμόσφαιρες, περισσότερους ρυθμούς και μερικά από αυτά έχουν περισσότερες κλίμακες που είναι λίγο ξένες για τους δυτικούς υποθέτω. Έχω κολλήσει στην ελληνική μουσική ή την ανατολική ή την oriental μουσική, ό,τι προτιμάς, ξένο στα δυτικά γρανάζια νομίζω.

Αν έπρεπε να περιγράψεις το στυλ σου σε κάποιον που δεν έχει εκτεθεί στη μουσική σου, πώς θα το περιέγραφες;

Νομίζω ότι το στυλ είναι κάτι που κάποιος άλλος πρέπει να προσδιορίσει γιατί για εμάς τους μουσικούς είναι βασικά μουσική. Ίσως ξέρουμε τι δεν είναι! Είναι πολύ δύσκολο για μένα να σκεφτώ κάποιο στυλ γιατί δεν με ενδιαφέρει πραγματικά. Τα στυλ είναι ταμπέλες για την αγορά για να πουλήσει μουσική και εσείς οι δημοσιογράφοι πρέπει να το κατηγοριοποιήσετε. Έτσι, νομίζω πως θα το έλεγες, ανεξάρτητο, εναλλακτικό, folk, με λίγο blues, funk και παραδοσιακά πράγματα. Δεν ξέρω. Εσύ πώς θα το περιέγραφες;

Θα έλεγα κάτι σαν εναλλακτικό ελληνικό-blues!

Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι είναι κάτι σαν “grues”! χαχα!

Το επόμενο album σου τιτλοφορείται “Heavy Seas at the Cape of Good Hope”. Γιατί επέλεξες αυτόν τον τίτλο;

Η “Καλή Ελπίδα” («Good Hope») είναι μια από τις κύριες κινητήριες δυνάμεις μας στη ζωή. Ελπίζουμε για ένα καλύτερο μέλλον, για μια καλύτερη ζωή, μια καλύτερη δουλειά ίσως, μια ωραία οικογένεια ή οτιδήποτε πραγματικά. Η ελπίδα με κρατάει! Ελπίζω να κάνω μουσική και να μπορώ να κάνω συναυλίες και albums. Κατά τη διάρκεια του lockdown ένιωθα ότι απειλήθηκα επειδή τουλάχιστον στη Γερμανία οι άνθρωποι δεν συμφωνούν να πηγαίνουν πια σε πολλές συναυλίες, έτσι το έδαφος στο οποίο περπατούσαμε ή ζούσαμε με ελπίδα έχει γίνει ένα ακρωτήριο, περιτριγυρισμένο από “άγριες θάλασσες” και πολλά άλλα πράγματα που απειλούν αυτή την ελπίδα! Η πανδημία ήταν μια απειλή για πολλούς από εμάς οικονομικά, κοινωνικά, ο πόλεμος είναι (μια ακόμα απειλή), η ενεργειακή κρίση είναι, υπήρξαν πολλές απειλές για όλους, αλλά θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος ακόμα κι αν είναι ένα δύσκολο ταξίδι!

Όταν πρωτοδιάβασα τον τίτλο προσπαθούσα να βρω τη σύνδεση του “Cape of Good Hope” (“Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας) με την Ελλάδα;

Θα μπορούσες να πεις ότι η Ελλάδα είναι το “Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας” για εμένα γιατί θα ήθελα να κάνω μουσική, να παίζω και να γράφω μουσική, να παίζω σε συναυλίες και όλα αυτά έχουν σχέση με την Ελλάδα γιατί εδώ έγινε όλο το album και εδώ το έγραψα. Αν θέλεις να το θέσεις γεωγραφικά θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η Ελλάδα!

Το πρώτο σου single από αυτό το album είναι το “Feel The Heat” το οποίο ακολούθησε το “Deep and Silent Sea”, μια διασκευή του “Θάλασσα πλατιά” του Μάνου Χατζιδάκι. Γιατί επέλεξες αυτά τα τραγούδια ως promo singles του νέου σας album;

Δεν το αποφάσισα εγώ! Είναι η δισκογραφική εταιρεία που το έκανε! Ίσως να διάλεγα κάτι άλλο αλλά γιατί όχι; Εννοώ ότι στους Γερμανούς και στους Γάλλους αρέσει πολύ το “Feel The Heat”. Τους αρέσει το τσιφτετέλι, η ατμόσφαιρά του, η groova του. Επίσης για κάποιο περίεργο λόγο τείνει να αρέσει ακόμα περισσότερο κυρίως σε μεταλλάδες ή στους ακροατές του hard-rock.

Νομίζω ότι ήταν μια εξαιρετική ιδέα να χρησιμοποιήσεις ρυθμούς από τσιφτετέλι σε αυτό το τραγούδι!

Ευχαριστώ! Την ιδέα την πήρα όταν ήμουν σε μια συναυλία της Αρετής Κετιμέ όπου έπαιζε με ένα ανατολικό group. Έπαιζε ένα τσιφτετέλι και τότε μπήκε μια γυναίκα και αμέσως άρχισε να το χορεύει. Μας συνεπήρε αυτή η εμφάνιση και σκέφτηκα ότι «αυτός είναι ένας ωραίος χορός. Αυτό είναι σέξι, είναι αισθησιακό και μου αρέσει»! Έτσι το έγραψα και αυτό ήταν η έμπνευση πίσω από αυτό το τραγούδι!

Γιατί ένιωσες ότι ήθελες να διασκευάσεις το “Θάλασσα πλατιά”;

Αυτό ήταν ένα από τα αγαπημένα της μητέρας μου! Έχω κάπου μια φωτογραφία μου ως μωρό που βγάζω πάντα αυτό το βινύλιο του album, αλλά δεν ήταν το πρωτότυπο! Ήταν η διασκευή της Νάνας Μούσχουρη. Όταν το άκουσα ξανά πριν από μερικά χρόνια σκέφτηκα “Αυτό είναι ένα υπέροχο τραγούδι και ίσως αν το κάναμε με έναν τρόπο πιο κοντά στους Calexico ή στην Americana…”. Ήθελα να το παίξω λίγο διαφορετικά, αλλά ο Παρασκευάς είπε «Όχι, όχι, όχι, θα το κάνουμε έτσι» ξέρετε με όλα αυτά τα ταξίδια, αυτό το μπάσο και αυτό το grooving… Ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος παίζει σαν «νεαρός θεός» όπως λέμε εδώ στη Γερμανία. Νομίζω ότι ήταν μια από αυτές τις μαγικές ηχογραφήσεις. Όταν το ηχογραφήσαμε, είχαμε την αίσθηση ότι ήταν κάτι μαγικό, ότι έχει ωραία αίσθηση και ατμόσφαιρα. Χάρηκα πολύ όταν πήρα την άδεια να το βάλω στο album!

Τι λεπτομέρειες μπορείς να αποκαλύψεις για το «Heavy Seas at the Cape of Good Hope»; Υπάρχουν εκπλήξεις σε αυτό το album;

Κατάφερα να ηχογραφήσω αυτό το album με αυτούς τους φανταστικούς μουσικούς που έκαναν υπέροχη δουλειά. Ένιωσα ευλογημένος που μπορούσα να είμαι στο studio μαζί τους. Το καλύτερο ήταν η συνεργασία με τον Παρασκευά και τον ηχολήπτη Μιχάλη Καββαδία. Νομίζω ότι τα τρία τελευταία τραγούδια που ηχογραφήσαμε ήμασταν μόνο εμείς οι τρεις γιατί ήταν τόσο καλό! Θα υπάρξει μια ας πούμε έκπληξη, αλλά δεν θα ήταν έκπληξη αν σου το αποκάλυπτα τώρα! Υπάρχουν επίσης μερικές πολύ καλές και ενδιαφέρουσες διασκευές όπως ένα ρεμπέτικο τραγούδι που είναι κρυφά ένα από τα αγαπημένα μου από όλες τις διασκευές, το «Που να βρω γυναίκα να σου μοιάζει», μου αρέσει ο τρόπος που το κάναμε!

Είμαι πραγματικά περίεργος να μάθω τον τίτλο του στα αγγλικά τώρα…

Το ονομάσαμε «A Woman Like You» γιατί ολόκληρος ο τίτλος δεν θα χωρούσε στο CD… Εννοώ το «Tell me where to find a woman like you» θα ήταν τεράστιο και καθόλου πιασάρικο! Χαχα

Με ποιους τρόπους πιστεύεις ότι ο ήχος σου έχει εξελιχθεί με τα χρόνια;

Πρώτα από όλα… μεγάλωσα! Αυτή τη φορά δεν το έκανα μόνος μου, επομένως είχα περισσότερο καλλιτεχνικό έλεγχο, ας πούμε όπως ήθελα να είναι! Επίσης η συνεργασία μου με τον Παρασκευά και τον Μιχάλη με τους οποίους συνεργάστηκα τα τελευταία πέντε χρόνια. Είμαστε φίλοι και γνωριζόμαστε, μιλάμε για μουσική και ήχο. Μπορέσαμε να δημιουργήσουμε τα τραγούδια που ήθελα! Ήθελα να είναι λίγο πιο τολμηρό, σύγχρονο και λίγο πιο “βρώμικο” κατά μία έννοια. Έζησα επίσης τέσσερα χρόνια, μέσα κι έξω, στην Αθήνα και είναι διαφορετικό αν κάνεις ένα album σε μια μεγάλη πόλη παρά σε ένα νησί. Νομίζω ότι το περιβάλλον μπαίνει πάντα στην ηχογράφηση.

Πώς αναπολείς την εμπειρία σoυ από το πρώτο σου live στο Ηρώδειο;

Νομίζω ότι το Ηρώδειο ήταν ένα πολύ τυχερό “μια κι έξω”. Δεν είναι κάτι που έρχεται κάθε μέρα ή κάθε χρόνο! Ήμουν πολύ ευγνώμων στον Μυστακίδη για την πρόσκληση, που μου επέτρεψαν να ζήσω αυτή την εμπειρία που εξακολουθεί να είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές εμπειρίες που είχα. Δεν περιμένω να το ξανακάνω σύντομα. Ελπίζω -Covid επιτρέποντος- να μπορέσουμε να κάνουμε κάποια μικρά live, κάτι πιο οικείο. Αυτή τη φορά ελπίζω να μπορέσω να γυρίσω τη χώρα όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε άλλα μέρη στην Ελλάδα.

Ποιο είναι το μότο σου στη ζωή;

Κάνε αυτό που θέλεις πληγώνοντας όσο λιγότερους ανθρώπους! Προσπάθησε όμως να το κάνεις γιατί έχεις μόνο μία ζωή! Δεν πειράζει αν λειτουργεί ή αν δεν λειτουργεί! Η επιτυχία δεν αποδεικνύει ότι κάνεις κάτι με καλή ποιότητα! Η επιτυχία και η ποιότητα είναι δύο διαφορετικά πράγματα τελικά!

Συνέντευξη: Θοδωρής Κολλιόπουλος

Back To Top